Voros.gr
 

Θέματα Εκπαίδευσης - Παιδείας

 

         

 Διδαξιμότητα του  σχολικού βιβλίου Ιστορίας

      ( σχέδιο για μια εισήγηση) [1]

                                                                                 Του Φ.Κ.Βώρου

 

Προοίμιο

  Η εισήγηση τούτη αναφέρεται σε κοινοτοπίες και ομολογώ ότι είχα πολλούς ενδοιασμούς να την προτείνω στους οργανωτές∙ φοβόμουν ότι μπορεί να προσκρούει ακόμη και στην προθυμία ανοχής ενός ακροατηρίου ευπαίδευτων ατόμων .

   Ξεπέρασα τους ενδοιασμούς  με τις ακόλουθες  σκέψεις:

  • Ότι  για σοβαρές προσπάθειες, όπως  η συγγραφή σχολικών βιβλίων, αξίζει  να  αναλαμβάνει  κανείς  τον κίνδυνο επικρίσεων.

  •  Ότι  ένα ευγενικό ακροατήριο εύκολα προσφέρει συγγνώμη, κατανόηση, αν μάλιστα δεν καταπονηθεί.

  • Ότι  ένα από τα πιο σημαντικά  έργα του ο Αριστοτέλης το αφιέρωσε   στην   ανάλυση της   κοινοτοπίας    του καθημερινού  λόγου  ( εννοώ , βέβαια, τα Τοπικά ).

   Λοιπόν , η κοινοτοπία αναλύεται στις ακόλουθες παραγράφους:

 

      α.   Κάτι για την ιστορία του  όρου:

1985, Μενάνδρου 52, σεμινάριο σχολικών συμβούλων, όπου  έγινε λόγος για βελτιωμένη επανέκδοση του βιβλίου Εισαγωγή  στις ιστορικές σπουδές. Ο συγγραφέας του είπε διάφορα για τη βελτιωμένη έκδοση και έκλεισε την ομιλία του λέγοντας: ελπίζω ότι τώρα θα είναι πιο ...διδάξιμο.

      β.   Διάκριση διδαξιμότητας [2]- αναγνωσιμότητας. Νομίζω ότι υπάρχει ουσιώδης διαφορά: το αναγνώσιμο συνήθως απευθύνεται  σε αποδέκτη που επιλέγει το ανάγνωσμα και ασχολείται μ' αυτό μόνος, χωρίς μεσολάβηση κάποιου για την ανάγνωση - κατανόηση∙ και χωρίς άμεσο έλεγχο του βαθμού επιτυχίας. Το διδάξιμο που μας απασχολεί εδώ: είναι  υποχρεωτικό για τον αποδέκτη, έχει διαμεσολαβητή (το δάσκαλο), υπηρετεί στόχους εκπαιδευτικούς και ελέγχεται ως αποτέλεσμα, αφού δια μέσου της διδαξιμότητας αξιολογείται και ο δάσκαλος και ο διδασκόμενος. Γι' αυτούς τους λόγους έχουμε περισσή ευθύνη για το βαθμό διδαξιμότητας του βιβλίου που παράγουμε και προωθούμε.

       γ. Για την ανάλυση της έννοιας που μας απασχολεί θεωρούμε δεδομένους τους όρους προκήρυξης[3], τις προδιαγραφές, κατ' αρχήν. Και   επιχειρούμε   κάποιες απ' αυτές,   που «διαμορφώνονται »     στην

πράξη από τους συγγραφείς των βιβλίων - με την οργάνωση του υλικού και τη δομή του λόγου τους - να  τις προσεγγίσουμε πιο πολύ, να τις δούμε λειτουργικά ,  αν μπορέσουμε.

 

 Συγκεκριμένα :

(1)      Η διδαξιμότητα - νομίζω ότι - υπηρετείται, αν κάθε διδακτική ενότητα έχει :

  • Εύληπτο τίτλο και ακριβή οριοθέτηση, που να προσανατολίζει  το δέκτη στο πεδίο διδασκαλίας  άμεσα.

  • Προοίμιο, που να προϊδεάζει για τα κύρια σημεία του όλου θέματος, της διδακτικής ενότητας.

  • Ευδιάκριτα τα κύρια σημεία[4] με αντίστοιχη παραγραφοποίηση και ίσως ορολογία τυπωμένη με στοιχεία διαφορετικά, διακριτά.

  • Έμφαση σε κάποιο καίριο θέμα που αναδύεται από την αφήγηση και μπορεί  να επισύρει ιδιαίτερη ανάλυση ή να προκαλέσει ιδιαίτερο προβληματισμό, πέρα και ανεξάρτητα από  το κύριο θέμα της διδακτικής ενότητας.

  • Ερωτήσεις  που να οδηγούν σε ανασκόπηση των κύριων σημείων, βαθύτερη ανάλυση-κατανόηση του καίριου.

 

(2) Νομίζω ότι η διδαξιμότητα υπηρετείται, αν η αφήγηση ανταποκρίνεται γλωσσικά - εννοιολογικά στο επίπεδο το  αντιληπτικό του δέκτη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο συγγραφέας θα αποφύγει την ειδική ορολογία, έστω κι αν είναι στο πρώτο άκουσμα δύσληπτη ή δυσνόητη. Σε τέτοια περίπτωση ο συγγραφέας φροντίζει άμεσα να πληροφορήσει για το ειδικό νόημα κάποιου όρου και για τη λειτουργική επίδρασή του  τότε, στον κόσμο που τον έπλασε ή τον χρησιμοποίησε. Ένα δείγμα :

       Στη β΄ Εθνοσυνέλευση, άνοιξη του 1823 στο ΄Αστρος, ένα κύριο και καίριο πρόβλημα, που απασχόλησε τους αντιπροσώπους του επαναστατημένου Γένους, ήταν η τύχη των λεγόμενων  εθνικών κτημάτων [5]. Δ ι α ν ο μ ή  ζητούσαν οι πολλοί, οι ακτήμονες, αυτοί που είχαν διώξει τον κατακτητή∙ ε  κ π ο ί η σ η πρότειναν οι άλλοι,  που όμως αποτελούσαν την πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση. Εκποίηση εθνικού κτήματος σημαίνει: πλειστηριασμό, όπου αγοραστής αναδεικνύεται όποιος προσφέρει περισσότερα. Στις συνειδήσεις τότε εκποίηση σήμαινε: προσέρχονται όποιοι έχουν, δηλ. οι  π ρ ό κ ρ ι τ  ο ι   και αποκτούν περισσότερα, ενώ οι ακτήμονες μένουν  α κ τ ή  μ ο ν ε ς.

    Πάντως, ο φόρτος νέων όρων και ονομάτων, πέρα από 8-10 σε μια διδακτική ώρα, δυσχεραίνει την αφομοίωση, μειώνει τη διδαξιμότητα.

 

(3)Νομίζω  ότι η διδαξιμότητα ενισχύεται, αν η αφήγηση  μετατρέπεται με  τέχνη σε πρόβλημα, σε ερώτημα   για  τον ακροατή - αναγνώστη. Δείγμα :

Ποια ήταν, άραγε, τα επιχειρήματα (και  τα  κίνητρα ) εκείνων που ζητούσαν διανομή  και εκείνων που πρότειναν και αποφάσισαν εκποίηση ;

Αν ήσουν μέλος εκείνης της Eθνοσυνέλευσης, ποια ρύθμιση θα υποστήριζες, με ποια επιχειρηματολογία; (Διευκρινίζουμε ότι η ερώτηση αυτή δεν είναι υποθετική - φανταστική ως προς την κατάσταση στην οποία αναφέρεται, υποθετική είναι μόνο ως προς το ρόλο, τον οποίο  καλείται να στοχαστεί ο ερωτώμενος). Α υ τ ο ν ό η τ ο α ί τ  η μα : Η  α ν τ ί σ τ ο ι χ η    δ  ό  μ η σ η  τ η ς  δ ι α δ ι κ α σ ί α ς  α ξ ι ο λ ό γ η σ η ς.

 

(4) Νομίζω, ακόμη, ότι η διδαξιμότητα υποβοηθείται σημαντικά, αν  η αφήγηση συνοδεύεται από πρόσφορο αποδεικτικό και εποπτικό υλικό.

         Με τον όρο εποπτικό ή υλικό αισθητοποίησης εννοούμε κάθε  εικόνα που διευκολύνει την κατανόηση αφηρημένων εννοιών ή συνοψίζει αφηρημένες καταστάσεις[6]. Μπορεί να είναι ένας χάρτης, ένα διάγραμμα, ένας  πίνακας συγκεντρωτικός∙ συνηθέστερα όμως με τον όρο εικόνα εννοούμε φωτογραφία  έργων τέχνης,  που σχετίζονται άμεσα με κάποιο ιστορικό περιστατικό. Σε σχέση προς αυτές τις εικόνες είναι ανάγκη :

  • Να συσχετίζονται με την αφήγηση (με αμοιβαία παραπομπή).

  • Να διευκρινίζονται με υπότιτλο και πληροφοριακά στοιχεία όσα είναι αναγκαία για να κατανοεί  ο δέκτης πώς η εικόνα  γεννήθηκε από τη βίωση της  ιστορίας και πώς συμβάλλει τώρα για βιωματική προσέγγιση στην ιστορία.

 Με τον όρο αποδεικτικό υλικό  εννοούμε  συνήθως  γραπτές πηγές [7] ή ευρήματα[8]   που επιβεβαιώνουν την αφήγηση, γιατί θεωρούνται από τους ειδικούς ερευνητές ότι αυτές  ή αυτά  εκφράζουν πηγαία την αλήθεια εκείνης της ιστορικής  στιγμής, για την οποία  η αφήγηση. Στο πλάτος του αποδεικτικού στοιχείου νοείται και η εικόνα έργου τέχνης, την οποία αναφέραμε ως μέσο εποπτικό, υλικό αισθητοποίησης, εφόσον τεκμηριωμένα εκφράζει την ιστορική πραγματικότητα για την οποία η αφήγηση.

 

(5) Η συλλογιστική διαδικασία,  που αναδύεται από το αποδεικτικό υλικό  και αναπτύσσεται για την ερμηνεία  και αξιολόγηση και αξιοποίησή του, αποτελεί νομίζω την πιο ζωντανή και γόνιμη φάση, όπου αναδεικνύεται η διδαξιμότητα  ενός σχολικού βιβλίου. Αυτή είναι που προάγει και την κριτική ικανότητα [9]των παιδιών .

 

(6) Βάση όλης της διανοητικής προσπάθειας για την κατανόηση της ιστορικής πραγματικότητας  και αφετηρία για κινητοποίηση των παιδιών προς αυτή την κατεύθυνση είναι η διαρκής αναζήτηση των παραγόντων  της ιστορικής ζωής[10] , η αναζήτηση των (αιτίων) κινήτρων δράσης των ανθρώπων. Αυτή η αναζήτηση είναι η πορεία ανθρωπογνωσίας, που κινεί σε συναισθηματική συμμετοχή και αφυπνίζει το διαφέρον για μάθηση της Ιστορίας και προάγει τη διδαξιμότητα  του σχολικού βιβλίου, αν είναι δομημένο σε αυτό  το πάγιο ερώτημα :

            γιατί έδρασαν έτσι, αυτοί, τότε , εκεί, μέσα στις περιστάσεις όπου έδρασαν;

            γιατί εξελίχθηκαν έτσι τα πράγματα εκεί, τότε;

Αυτό το θεμελιακό ερώτημα αναδύεται πάντα μετά την παρουσίαση - αφήγηση για οποιοδήποτε ιστορικό περιστατικό. Όλη η αφήγηση - παρουσίαση αναλίσκεται στα τυπικά ερωτήματα: τι; ποιος; πού; πότε; πώς[11]; αλλά ευθύς προβάλλει ως αίτημα του νου: Γιατί; Η συνειδητή αξιοποίηση αυτού του αυτόματου αιτήματος της νόησης [12] για κατανόηση της ανθρώπινης δραστηριότητας  ενισχύει σημαντικά τη διδαξιμότητα  του σχολικού  βιβλίου.

 

 (7) Αυτή η αναζήτηση των κινήτρων βαίνει παράλληλα προς την αφήγηση-ακρόαση των πράξεων∙ τότε ο ακροατής, ο αναγνώστης, ο μαθητής  αυθόρμητα κινείται προς αξιολόγηση των πράξεων και των κινήτρων των δρώντων προσώπων. Η κινητοποίηση των συνειδήσεων προς αυτή την αξιολογική δραστηριότητα εύλογο  είναι να θερμαίνει τη διδαξιμότητα  του βιβλίου που έχει τέτοια γραφή - αφήγηση- παρουσίαση.

 

(8) Η αξιολογική δραστηριότητα μπορεί να εγκλείει τον κίνδυνο υποκειμενισμού, αλλά και οδηγεί προς τη συνειδητοποίηση ότι τα ανθρώπινα (ανάγκες, κίνητρα, επινοήσεις, δράσεις και αντιδράσεις) εγκλείουν ομοιότητες∙ αυτή η συνειδητοποίηση επαναφέρει προς τη θέαση της αντικειμενικότητας. Η διαρκής παλινδρόμηση της σκέψης (και των αισθημάτων ) ανάμεσα σε αυτούς τους δύο πόλους  αποτελεί, νομίζω, τον πιο πολυσύχναστο δρόμο προς την πνευματική ωρίμανση του ανθρώπου. Και μια ιστορική αφήγηση που κινείται συνειδητά προς αυτούς τους δύο πόλους εγκλείει και την μεγαλύτερη έλξη  της ζητούμενης  διδαξιμότητας. 

     Η ελκυστικότητα [13], βέβαια, ενισχύεται και με άλλα στοιχεία : (1)την αισθητική οργάνωση-όψη του όλου (κειμένου - βιβλίου), (2)τη διάνθιση της αφήγησης με στοιχεία γλαφυρότητας: ένα ιστορικό ανέκδοτο (στις πηγές), ένα χαριτολόγημα (από τα χείλη δρώντων προσώπων), μια γελοιογραφία που κυκλοφόρησε τότε, μέσα στις συνθήκες, στις οποίες αναφέρεται η αφήγηση.

Α υ τ ο ν ό η τ ο   α ί τ η μ α  : ό τ ι  α ν τ ί σ τ ο ι χ η   ε ί ν αι  -  σ ε   δ ο μ ή   κ α ί  π ε ρ ι ε -χ ό μ ε ν ο   -  ό λ η  η  δ ι α δ ι κ α σ ί α    α ξ ι ο λ ό γ η σ η ς.                              .     


 

[1] Πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια  μιας συνάντησης που οργάνωσε το Παιδ. Ινστιτούτο (αίθουσα Τιτάνια, 30-9-98) για ενημέρωση  των υποψηφίων συγγραφέων  σχολικών βιβλίων Ιστορίας  (Γυμνασίου-Λυκείου).

 [2] Σε ελληνικό λεξικό δεν μπόρεσα να εντοπίσω τέτοιο λήμμα∙ ας πούμε ότι είναι νεολογισμός που τον δημιουργεί η ανάγκη έκφρασης  μιας  έννοιας που συλλαμβάνει ο νους, μιας ιδέας (όπως πρόσφατα πλάστηκαν  οι όροι απασχολήσιμος, αναγνώσιμος).

Σε αγγλικό λεξικό  το λήμμα  teachable σημαίνει: το υποκείμενο που μπορεί να δεχτεί διδασκαλία και το αντικείμενο που μπορεί να διδαχτεί σε κάποιον. 

[3] Τις προδιαγραφές που είναι δεσμευτικές, τις παρουσίασε ο κ. Γ. Δάλκος. 

[4] Για την ενότητα «Κοινοί δεσμοί των αρχαίων Ελλήνων» κύρια σημεία είναι: Αμφικτυονίες,  Μαντεία,  Ιερά, Πανελλήνιοι Αγώνες∙ ειδική ορολογία για όλα είναι τα τοπωνύμια  και κάποιοι όροι που εκφράζουν τη λειτουργία τους, π.χ. για το μαντείο των Δελφών: Πυθία, χρησμός. Κάποιο καίριο σημείο η αμφισημία, όχι μόνο του χρησμού, αλλά  γενικότερα του λόγου, όχι μόνο τότε αλλά και σήμερα. 

      [5] Χρήσιμο να θυμίσουμε ότι στις μέρες του Καποδίστρια  τα εθνικά κτήματα υπολογίστηκαν σε 6.000.000 στρέμματα, όταν ο πληθυσμός στις περιοχές τις αντίστοιχες ήταν περίπου 750.000∙ αυτά σημαίνουν  ότι για την περίπτωση διανομής  αντιστοιχούσαν οκτώ στρέμματα καλλιεργήσιμης γης σε  κάθε άτομο ή τέσσερα στρέμματα, αν αποφασιζόταν η διανομή 3.000.000, ώστε να έμεναν άλλα 3.000.000 προς εκποίηση «δια  τας  ανάγκας της πατρίδος»( Β. Σκουλάτου  και άλλων Ιστορία Νεότερη και Σύγχρονη (για τη Β΄ Λυκείου) σελ. 104). 

[6] Τα ποσοστά ιδιοκτησίας  γης μεταξύ Ευγενών και Τρίτης Τάξης στην προεπαναστατική Γαλλία (1789) ήταν:

            75% για τους Ευγενείς και τον  ανώτερο Κλήρο (2% του πληθυσμού),

            25% για την Γ΄ Τάξη (98 % του πληθυσμού). 

[7] Σε «Νεαρά» του Ιουστινιανού (529 μ.Χ.) διαβάζουμε : «Μηδείς εν Αθήναις διδασκέτω  φιλοσοφίαν».

    Σε πατριαρχική Εγκύκλιο του 1819 διαβάζουμε: Έντονα αρνητική άποψη της επίσημης Εκκλησίας για την τάση των Ελλήνων να βαφτίζουν τα παιδιά τους με ονόματα αρχαία  ελληνικά. Η ηγεσία της Εκκλησίας ερμήνευσε - προφανώς- το φαινόμενο αυτό ως κίνδυνο απομάκρυνσης του ποιμνίου από τον έλεγχό της. Η φρασεολογία του Πατριάρχη είναι απίστευτη. Γράφει: «για να μισήτε και να αποστρέφεσθε  αυτούς...» (Φ. Κ. Βώρου,  Δοκίμια Εισαγωγής στη Νεότερη Ιστορία, σελ .146 ).

        Στα  Απομνημονεύματα του Π.Π.Γερμανού, στις σελ. 17-30, διαβάζουμε  λεπτομερειακή αφήγηση ότι πρόκριτοι και αρχιερείς Αιγιαλίας και Αχαΐας συγκεντρώθηκαν στη μονή της Αγίας Λαύρας, για να συζητήσουν: να πάνε ή να μην πάνε στην Τρίπολη, όπου τους είχε καλέσει ο πασάς, ή να προφασιστούν κάποιο εμπόδιο και να μην πάνε για να μην συλληφθούν. «Συσκεφθέντες απεφάσισαν να μη υπάγωσιν»... αλλά να φύγουν από το Μοναστήρι, για να φυλαχτούν, ο ένας στην Κερπινή, ο άλλος στα Νεζερά και άλλοι αλλού . τίποτε για Επανάσταση, τίποτε για Λάβαρο. Ο πρωταγωνιστής αγνοεί το θέμα στο οποίο πρωταγωνίστησε... 

[8] Σε ψηφιδωτό που βρέθηκε στο Ασκληπιείο της   Κω και έχει μεταφερθεί στο Μουσείο της πόλης  «διαβάζουμε»  την ακόλουθη σύνθεση-εικόνα: φτάνει με πλεούμενο στην παραλία του νησιού ο Ασκληπιός και προσπαθεί να πλευρίσει για αποβίβαση∙ σπεύδει να τον υποδεχτεί, ντυμένος με γραφική τοπική ενδυμασία,  ένας ντόπιος, σκύβει κιόλας έτοιμος να δώσει ένα χέρι στον αναπάντεχα μεγάλο ταξιδιώτη,  για να αποβιβαστεί∙  παρακολουθεί με έκδηλο ενδιαφέρον αυτή τη σκηνή ένας πολύ γνωστός στην ανθρωπότητα, διάσημος γόνος της Κω, ο  Ιπποκράτης. Έτσι  είδε ο ψηφιδογράφος κι έβαλε σε σύνθεση εικαστική τη μυθολογία περί Ασκληπιού, την ιστορία της  Ιατρικής, τη σχέση τους με την Κω. 

[9] Για την  έννοια της κρίσης, της κριτικής ικανότητας και τη μεθόδευση καλλιέργειας της κριτικής ικανότητας των παιδιών πολλά στοιχεία περιέχονται στο βιβλίο Φ. Κ. Βώρου, Φιλοσοφία της Εκπαίδευσης.

[10] Για τους παράγοντες της  ιστορικής ζωής και το ρόλο της προσωπικότητας υπάρχουν ειδικά κεφάλαια σε όλα τα βιβλία Φιλοσοφίας της Ιστορίας. Ενδεικτικά σημειώνουμε κάποια :

       Γ. Πλεχάνωφ, Φιλοσοφία της Ιστορίας και ο ρόλος της Προσωπικότητας.

     W.H. Walsh, Εισαγωγή στη Φιλοσοφία της Ιστορίας (μετ. Φ. Κ. Βώρου). 

[11] Τα ερωτήματα τούτα ( τι, ποιος, πού,  πότε, πώς ) αντιστοιχούν προς  τα απαντήματα που είδαμε πιο πάνω: έτσι, εκείνοι, εκεί,  τότε. Το πιο ενδιαφέρον ερώτημα : γιατί; 

[12]  «Τότε γαρ ειδέναι οιόμεθα έκαστον, όταν τα αίτια γνωρίσωμεν» έχει γράψει με ποικίλες φραστικές παραλλαγές ο Αριστοτέλης (π.χ. στην πρώτη παράγραφο του κειμένου των Φυσικών ).

Πρόσθεσε μάλιστα κάποτε :  «η γεννήσασα φύσις αμηχάνους ηδονάς προσφέρει τοις δυναμένοις ζητείν τας αιτίας». Αυτή η ηδονή, όταν διαφαίνεται σε κάποια αφήγηση, αυτονόητα και αυτόματα ενισχύει τη διδαξιμότητα. 

[13] Στο  3ο  βιβλίο των Νόμων του Πλάτωνα (§ 659 D) ένας από τους διαλεγόμενους  καταλήγει (συμπερασματικά­) σε τούτο τον ορισμό: «έστιν  ουν παιδεία η παίδων ολκή και αγωγή προς τον ορθόν λόγον...». (Ολκή = έλξη, σαγήνευση).

     Για την αξία του στόχου τούτου (αγωγής προς τον ορθό λόγο) αξίζει να θυμηθούμε την αιτιολογική κρίση του Αριστοτέλη : «...δια γαρ τον λόγον οι άνθρωποι δύνανται πράττειν και  εναντία τη φύσει και τοις εθισμοίς, εάν  πεισθώσιν  άλλως έχειν βέλτιον» (Πολιτικά, 1332b).

                                                   

 

 

 

Copyright © 2005 F. K. Voros

url: www.voros.gr     e-mail:  vorou@otenet.gr

 

Τεχνική/Διαφημιστική Υποστήριξη: www.fora.gr

 

 
 

 

 
Κεντρική /Εισαγωγικό σημείωμα / Επικαιρότητα / Εκπαιδευτική διαδικασία / Παιδαγωγική / Διδακτική Πρακτική /Επιστήμη / Ιστορία / Φιλοσοφία / Φιλοσοφία της Εκπαίδευσης/ Θέματα Γενικής Παιδείας/ Βιογραφικό / Ψηφιακή Βιβλιοθήκη / Επικοινωνία