Του παρτάλι [1], ένα   έθιμο  που πάει να ξεχαστεί.

 

Γράφει η κ. Aννα Γκουτζιαμάνη -Στυλιανάκη

 και επιμελείται φωνολογικά και εθιμολογικά ο κ. Ελευθέριος Κουφογιάννης.

 

Κάποτε τ' Αϊ-Μηνά πήγαμε με τη γιαγιά μου στη Λιφτέρου του Μπαλάρα (Τζιώρα), γειτόνισσά μας .

Η οικογένεια Μπαλάρα είχε πρόβατα, αλλά  η Λιφτέρου (νύφη στο μεγάλο τους γιο, το Νίκο), καθώς προέρχονταν από μη κτηνοτροφική οικογένεια της Χώρας, την οικογένεια του Καπού,  ήταν άσχετη με τη φροντίδα των ζωντανών . Γι' αυτό   η γιαγιά μου θεωρούσε ότι είχε την υποχρέωση  να της θυμίζει κάθε χρόνο το έθιμο της ημέρας, έθιμο σχετικό με τις  αγωνίες    των  κτηνοτρόφων. 

Η Λιφτέρου είχι μια ζιαρ  φαμπλιά[2]: ένα μικρό στην αγκαλιά, άλλο στη σαρμάντσα[3] και οι  δουλειές ατέλειωτες.

Μας  δέχτηκε στου χειμουνιάτικου[4] και θέλησε να ψήσει καφέ στη γιαγιά μου, αλλά εκείνη την ευχαρίστησε για την καλή της διάθεση και πρόσθεσε:

Ιγώ ήρθα να κάμουμι του έθιμου, Λιφτέρου. Δω'μ' του πιδί κι φέρι ισί του παρτάλι.

Σε λίγο ήρθε η Λευτέρω  μι  του παρτάλι , ένα μεγάλο βελόνι και μια   χοντρή κλωστή (του ράμμα ). Έκανε κόμπο στην αρχή της κλωστής κι άρχισε να ράβει το παρτάλι  με τα χέρια της πίσω στην πλάτη, χωρίς δηλ. να το βλέπει, ενώ σιγοψιθύριζε μαζί με τη γιαγιά μου:

Ράβουμι του παρτάλι  να ραψει ου Αϊ-Μηνάς του στόμα τ' λυκ  να μη τρωει  τα πρόβατα κι τα ιίδια.

Ράβουμι του παρτάλι να ραψει ου Αϊ-Μηνάς τ' αυτιά τ' λυκ  να μην ακούει τα κουπάδια.

Ράβουμι του παρτάλι να ραψει ου Αϊ- Μηνάς τς μίτις τ' λυκ να μη μυρίζει  τα ζουντανά κι  καμνει  ζημιά.

Ράβουμι του παρτάλι  να ραψει ου Αϊ- Μηνάς τα μάτια τ' λυκ να μη ζαρίζει.

Ράβουμι του  παρτάλι να ραψει ου Αϊ- Μηνάς τα ποδάρια τ' λυκ να μη ζυγωνει  στου κουπάδ ...

κι άλλα παρόμοια

Όταν τελείωσαν, πέταξαν το παρτάλι  έξω από την πόρτα, την έκλεισαν κι έκλεισαν έτσι έξω και το λύκο...

Προσευχόταν η Λιφτέρου, προσευχόταν η γιαγιά μου, προσευχόμουν κι εγώ να γλιτώσει το κοπάδι τους από το στόμα του λύκου.

 

Οι κτηνοτρόφοι πάντα φοβούνται την αρρώστια και το λύκο κι επιζητούν βοήθεια. Στα  χρόνια της γιαγιάς μου μοναδικός φύλακας και βοηθός ο Αϊ-Μηνάς.  Σήμερα  έχουν κοντά τους τον κτηνίατρο, αλλά  δεν ξεχνούν και τον Aγιο. Κάθε χρόνο στις 11 Νοεμβρίου, ανήμερα  της γιορτής του ,   έρχονται στην Εκκλησιά του   να παρακαλέσουν για την προστασία τους, έστω κι αν το έθιμο   που αναφέραμε    πάει να ξεχαστεί...

 

Φωνολογική παρατήρηση: Η γραφή του φθόγγου «ι» πάνω δεξιά δηλώνει τη μερική αποσιώπησή του και παράλληλα τη μονοσυλλαβική ή ενιαιοσυλλαβική συμπροφορά της συλλαβής τού μερικά αποσιωπημένου «ι» με την επόμενη ή προηγούμενη συλλαβή. Έτσι στη λέξη "ζυγωνει" ο μερικά αποσιωπημένος φθόγγος "ι" γραμμένος κατά την ιστορική ορθογραφία ως "υ" πάνω δεξιά στο "ζ" μάς δείχνει ότι το "ζ" προφέρεται έτσι που να κλείνει σε "ι", ενώ αν ήταν μόνο του η προφορά του θα έκλεινε σε "ου" και με τη γραφή "ζγώνει " θα προφερόταν "ζου γώνει" που δεν είναι η Σιατιστινή προφορά. Επίσης το "ζ" με το μερικά αποσιωπημένο φθόγγο "ι" συμπροφέρεται και μονοσυλλαβίζεται με την επόμενη συλλαβή "-γω-" ˙ το ίδιο συμβαίνει και με το "ν" και έτσι μονοσυλλαβίζεται ολόκληρη η λέξη. Η  γραφή αυτή υπηρετεί ταυτόχρονα την προφορά του σιατιστινού ιδιώματος, την ιστορική ορθογραφία και την κοινή νεοελληνική.

 

Εθιμολογική παρατήρηση:

Το έθιμο εντάσσεται στις λαϊκές ομοιοπαθητικές ενέργειες με τις οποίες οι απλοϊκοί άνθρωποι επιδίωκαν κάνοντας κάτι τεχνητά να επιτύχουν το αντίστοιχό του στην πραγματικότητα επικαλούμενοι παράλληλα τη θεία βοήθεια.
 


[1] Παρτάλι  ,του (παρτάλι , το < τουρκικό partal) =   κομμάτι  από φθαρμένο ρούχο, κουρέλι.

[2] Μια ζιαρ φαμπλιά (παράλληλη σε χρήση έκφραση : ένα σουρό φαμπλιά )=  μια πολυπληθή οικογένεια, με πολλά παιδιά˙"ζιαρ, η"  :σωρός από αναμμένα κάρβουνα˙ φαμπλιά < φαμλιά<φαμελιά  .

[3] Σαρμάντσα,η (σαρμανίτσα, η) : λίκνο, κούνια μωρού.

[4] Στου χειμουνιάτικου του νουντά = στο δωμάτιο χειμερινής διαβίωσης