Ιστορίες από την εκπαιδευτική μου ζωή


 
   Ήμουν και έφυγα ευτυχισμένη από την Εκπαίδευση.                                             


 
         Κλείνοντας σήμερα των κύκλο των σημειωμάτων μου   «Αναμνήσεις   από την εκπαιδευτική μου ζωή…»  θα είμαι λίγο πιο πολύ προσωπική στις αναφορές  μου και ίσως πιο συναισθηματική, όχι για άλλο λόγο, αλλά για να σας πω με πόσο λίγα πράγματα μπορεί κανείς  να βρει  την ευτυχία και, επομένως, για  να σας πω συναδελφικά ότι είσαστε ή μπορείτε να γίνετε ευτυχισμένοι μέσα στο χώρο της δουλειάς.
        Ήμουν ευτυχισμένη: γιατί έκανα κάτι που μου άρεσε, που το επέλεξα  πραγματικά εγώ, θυσιάζοντας ίσως κάτι πιο προσοδοφόρο, μια καριέρα νομικού σε ένα χώρο έτοιμο ήδη  από τον πατέρα μου.
    Γιατί συνάντησα συναδέλφους που μου στάθηκαν συμπαραστάτες στα πρώτα βήματα της υπηρεσιακής μου ζωής   και μου έμαθαν πολλά (και πρώτα πρώτα το σύζυγό μου, όπως ανέφερα σε άλλο σημείωμα).
    Γιατί είχα προϊσταμένους με πολλή κατανόηση και κάποτε με εξαιρετική τόλμη και στάθηκαν δίπλα μου σε δύσκολες ώρες, (π.χ. την κ. Νικολαράκου, που με υπεράσπισε, χωρίς καν να μου το πει, όταν κάποιοι ζητούσαν την τιμωρία μου, γιατί σε ομιλία υποχρεωτική και σε χρόνους δύσκολους κι επικίνδυνους, (δικτατορία του ’67) είχα πει  (αντλώντας από έντυπα που η ίδια η υπηρεσία μας έστελνε) ότι ως χώρα  ξοδεύουμε περισσότερα χρήματα για όπλα παρά για την παιδεία. Με ευγνωμοσύνη θυμάμαι την κ. Τριανταφυλλίδου, που ήταν δίπλα μου, όταν  πήγαινα για ανακρίσεις, επειδή σε πανηγυρικό που εκφώνησα σε σχολική  γιορτή αναφέρθηκα στην Εθνική Αντίσταση (νόμιμα αλλά από κάποιους θεωρήθηκε «ότι έφερνα τα σοβιέτ στα σχολεία», όπως έγραψε  μια εφημερίδα).
   Γιατί στην περιπέτεια που αναφέρω παραπάνω δεν έμεινα μόνη,  ήταν κοντά μου γονείς και εκπαιδευτικοί και μαθητές.
   Γιατί γνώρισα επιθεωρητές που μου έμαθαν  να κάνω καλύτερα  τη δουλειά μου. Δεν ξεχνώ  π. χ. τον επιθεωρητή Μαντζουράνη, γιατί με δική του διδασκαλία είδα πώς να αξιοποιώ τη σημερινή γλώσσα για τη διδασκαλία του Συντακτικού της Αρχαίας Ελληνικής, τον Ιγνάτιο Σακαλή, το   Γ. Σιδηρόπουλο, που μας εμπιστεύθηκαν στο έργο μας στο Ε΄ Θηλέων Θεσσαλονίκης, τον Ι. Νοτάρη, που με την αυστηρότητα και τη συνέπειά του  με έκανε να είμαι πιο προσεκτική.
    Γιατί ευτύχησα να έχω συναδέλφους αξιόλογους ανθρώπους και εκπαιδευτικούς κι είχαμε πάντα ένα Σύλλογο που έμοιαζε με πραγματική οικογένεια ως προς το βαθμό παιδαγωγικής συνεργασίας. Δε βιαζόμουν να φύγω από το σχολείο, αφού ένιωθα πως ήταν  δεύτερο σπίτι μου.
   Γιατί υπηρέτησα την Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση και ένιωσα τα αντικείμενα της διδασκαλίας μου, το θησαυρό  της Αρχαίας Ελληνικής  Γραμματείας και τη  σημερινή  Νεοελληνική  Γλώσσα ,  να μη μένουν  ξένα κι αδιάφορα   στους μαθητές μου,  αλλά  να  περνάνε  στη σκέψη τους,   να αξιοποιούνται. 
     Γιατί με τέτοιες προϋποθέσεις, όπως οι παραπάνω,  είδα πολλές φορές στη δουλειά μου τα μάτια των παιδιών να  λάμπουν και με έκαναν  να ξεπερνώ τις  δυσκολίες που συναντούσα, όπως όλοι.      
κάντε κλικ για να μεγαλώσει η εικόνα
Και για να τα πω με λίγα λόγια,  είχα   και έζησα όσα μπορεί να έχει και να ζήσει ο κάθε εκπαιδευτικός. Δε ζήτησα πολλά και άθελά μου σίγουρα έκανα λάθη και μετάνιωσα γι’ αυτά. Όμως  ό,τι έκανα το έκανα με αγαθή πρόθεση, με αγάπη, με σεβασμό και φροντίδα για το όποιο  παιδί,  με σεβασμό και αγάπη για το συνάδελφο. Δεν έκρυψα τίποτε από εκείνα που είχα και ήξερα,  τα έδινα πάντα και μου  έδιναν όλοι. Την αγάπη όλων ένιωσα, όταν αποχωρούσα από την υπηρεσία και οργάνωσα ένα πάρτι στο σπίτι μου. Για κείνη τη μέρα άξιζε να έχει ζήσει κανείς.
Και τη θυμάμαι κάθε μέρα, καθώς στο σαλόνι μας έχω συντροφιά ένα μικρό αγαλματίδιο,  αντίγραφο  Υγείας,  δώρο των συναδέλφων μου συμβολικό για την αποχώρησή μου από την Υπηρεσία.
       Όλα τούτα και άλλα παρόμοια  μπορεί να τα έχει κάποιος και να είναι ευτυχισμένος και εγώ δεν τα ξεχνώ.  Θα αναφερθώ όμως σε δυο περιστατικά συγκεκριμένα, γιατί είναι χαρακτηριστικά και ξεχωριστά για μένα και με γαληνεύουν κάθε φορά που τα φέρνω στο νου μου.
Το πρώτο  περιστατικό συνέβη  το 1974 στη Θεσσαλονίκη. Οι μαθήτριες της τελευταίας τάξης  του Πρακτικού Τμήματος  του Ε΄ Θηλέων, όπου υπηρετούσα τότε,  ζήτησαν να πάμε να γιορτάσουμε τη λήξη του σχολικού έτους  στο Πανόραμα. Δεν τους χάλασα χατίρι  και βρεθήκαμε εκεί, στο  μπαλκόνι ενός Κέντρου, μαζί με πολύ άλλο κόσμο. Ήταν ένα ευχάριστο βράδυ με πίτσα, με πεϊνιρλί και τρίγωνα, γνωστά εδέσματα  της περιοχής. Και στην ώρα των προσφωνήσεων, ουσιαστικά των εξομολογήσεων, άκουσα τα πιο ωραία λόγια που θέλει
κάντε κλικ για να μεγαλώσει η εικόνα
 να ακούσει ένας δάσκαλος, το ευχαριστώ για το πόσο κοντά τους με ένιωθαν. Ένα ωραίο ποίημα της Lesar, ένα μικρό μπουκάλι με γιαννιώτικο συρματερό περίβλημα μου τα θυμίζουν και σήμερα . 
Το αναπάντεχο  όμως για μένα στην συγκέντρωση  εκείνη ήταν η αντίδραση μιας παρέας,  που διακριτικά  παρακολουθούσε τις εκδηλώσεις των παιδιών και  μου έστειλε το μήνυμα: να νιώθω περήφανη κι ευτυχισμένη για τέτοιες μαθήτριες και για την αγάπη τους. Η κρίση αυτών των ανθρώπων, που ουσιαστικά εξέφραζε και τη δική μου σκέψη, ήταν  το καλύτερο δώρο,   η καλύτερη αμοιβή για έναν εκπαιδευτικό και είναι πολύ εύκολο να το κερδίσει ο καθένας μας. Φαντάζομαι πως όλοι  μας έχουμε στο συρτάρι του γραφείου μας ή και μόνο στη μνήμη μας μια καρτούλα μαθητών μας,  που με ζεστό τρόπο εκφράζουν την αγάπη τους. Γιατί να μη τη θυμηθούμε κάποιες ώρες και να  χαρούμε γι’ αυτό άλλη μια φορά;….
        Το δεύτερο περιστατικό το έζησα στο Γυμνάσιο Παπάγου.  Ήδη το υπαινίχθηκα  αναφερόμενη στη συμπαράσταση που μου πρόσφεραν η διεύθυνση του σχολείου, οι συνάδελφοι,   μαθητές και γονείς.
Ήταν μια καθιερωμένη σχολική γιορτή, για να τιμηθεί  το Έπος του  1940 και, εκείνη τη χρονιά (1981, αν θυμάμαι καλά) με ειδική εγκύκλιο, η Κατοχή και η Αντίσταση.  Μου  είχε ανατεθεί η οργάνωση της γιορτής και η σχετική ομιλία. Ήμουν   έτοιμη για όλα  και γι’ αυτό ήμουν ιδιαίτερα προσεκτική.  Χρησιμοποίησα  μόνο λογοτεχνικά κείμενα και ντοκουμέντα. Δικά  μου: φράσεις συνδετικές. Παρ’όλα αυτά δεν ικανοποιήθηκε ο κ. Δήμαρχος, σηκώθηκε, με «στόλισε»  κανονικά και αποχώρησε με τη συνοδεία του, η οποία μάλιστα δεν είχε καταλάβει  τι γινόταν. Το πώς άντεξα και βρήκα το κουράγιο να σταθώ όρθια, να  τον ευχαριστήσω για «τα καλά του λόγια», το υβρεολόγιό του δηλ.,  αλλά   και να πω λίγα λόγια ( από εκείνα που απέφυγα να τα εντάξω στη γιορτή),  για να μπουν τα πράγματα στη θέση τους από σκοπιά ιστορική, ένας θεός το ξέρει. Πάντως την ώρα εκείνη  πολλοί  με βοήθησαν να σταθώ όρθια :
 - Η διευθύντρια το σχολείου,  που αμέσως  σηκώθηκε και στάθηκε δίπλα μου, σαν το πουλί  που πάει να προστατεύσει τα παιδιά του σκεπάζοντας τα με τα φτερά του.
 -  Κάποιοι συνάδελφοι που αμέσως ήρθαν  και στάθηκαν δίπλα μου. Σαν τώρα θυμάμαι δίπλα μου την αγαπημένη συνάδελφο κ. Κική Γιούργου.
 - Κάποιοι γονείς, άγνωστοι σε μένα, που σηκώθηκαν και με χειροκρότησαν  κι έδιωξαν έτσι  το ξάφνιασμα, ώστε να  μπορέσουμε να συνεχίσουμε την εκδήλωση μνήμης. 
 - Ιδιαίτερα όμως θα θυμάμαι ένα μαθητή. Ήταν μαθητής του Λυκείου και στη γιορτή μας φρόντιζε τον ήχο. Δεν  είχε να θυμάται και πολλά καλά από μας, γιατί ήταν από εκείνα τα παιδιά, που με την αταξία τους συχνά μας βρίσκουν αντιμέτωπους. Ο Λουκάς, λοιπόν, με αγκάλιασε κυριολεκτικά και μου ψιθύρισε στο αυτί: Μη φοβάστε, κυρία, σας κρατώ εγώ, αυτός πάντα τα ίδια κάνει, μη φοβάστε!
      Τι μεγαλύτερη ευτυχία  μπορεί να νιώσει ένας εκπαιδευτικός από το να ακούσει τέτοια  λόγια, να νιώσει τέτοια  συμπαράσταση, από ένα μαθητή, όταν μάλιστα αυτός δεν είχε και καμιά  σχέση εξάρτησης από σένα;
        Το ίδιο ξάφνιασμα για την εκδήλωση αγάπης και συμπαράστασης ένιωσα και την επόμενη μέρα, όταν ήρθε στο σχολείο το δεκαπενταμελές Συμβούλιο των Μαθητικών Κοινοτήτων του Λυκείου, για να μου πει ότι θα οργανώσει εκδηλώσεις διαμαρτυρίας και συμπαράστασης για την επίθεση που δέχτηκα. Με συγκίνησαν και το είδαν. Τους ευχαρίστησα και τους παρακάλεσα να μη διαταράξουν την ηρεμία της μαθητικής τους Κοινότητας, γιατί  δεν το άξιζε ο Δήμαρχος, και τους έπεισα. Ένιωσα με όλα αυτά  ευτυχισμένη πραγματικά κι ας είχα περάσει  μια δοκιμασία, που συνεχίστηκε  για μένα ένα χρόνο. Ένιωσα ευτυχισμένη, αλλά πήρα πάλι από τα παιδιά κι ένα μάθημα γενναιότητας, που δεν την είχα εγώ στο περιστατικό που   σας ανέφερα  σε προηγούμενο σημείωμα, στο :  Δε θα  ξεχάσω ποτέ.
        Ήμουν, λοιπόν, ευτυχισμένη στην εκπαίδευση, κι αυτή η αίσθηση ευτυχίας γυρνάει  στη σκέψη μου κάθε φορά  που αναπολώ τα παλιά, ή που χρειάζομαι να σκεφτώ κάτι καλό. Και η ευτυχία αυτή δεν αγοράστηκε με πολλές  θυσίες, αλλά με ανθρώπινη συμπεριφορά προς όλους, με υπεύθυνη στάση στην υπηρεσία, με συνέπεια,  πράγματα που όλοι μπορούν να τα ακολουθήσουν, αν θυμούνται απλά ότι είναι εκπαιδευτικοί και βασική αποστολή τους δεν είναι η μεταφορά σοφίας αλλά η παιδαγωγική συμπεριφορά.
     Εύχομαι αυτό το σημείωμα να κάνει πολλούς να αισθανθούν  ευτυχισμένοι με τη δουλειά τους, που σήμερα και κάθε μέρα ίσως γίνεται και πιο δύσκολη.

                                                                           Θεοδώρα Ζωγράφου Βώρου

   κορυφή σελίδας