Ιστορίες από την εκπαιδευτική μου ζωή

                                                                
Μαθητικές αταξίες….


  
            Οι αταξίες και η ανυπακοή των μαθητών μας είναι   γκρίζες σελίδες  στο βιβλίο των αναμνήσεών μας και,  όταν μπαίνουμε για δουλειά, είναι ό,τι απευχόμαστε, γιατί πέρα από το να μας στενοχωρούν  ως άτομα, χαλούν και το ήρεμο κλίμα  το τόσο αναγκαίο για τη διεξαγωγή του μαθήματος. Γι’ αυτό δεν είναι λίγες οι φορές που  ο δάσκαλος κάνει πως δεν αντιλαμβάνεται μια μικροαταξία και πάντα αναζητά τρόπους να  μην δημιουργούνται  οι προϋποθέσεις για αταξία .
     Αταξίες όμως για τις οποίες ο δάσκαλος μπορεί να νιώσει ικανοποίηση  ή  και ευγνωμοσύνη ή, σε άλλη περίπτωση, θλίψη  για τη δική του αντίδραση ίσως δεν είναι κάτι το συνηθισμένο.  Γι’  αυτό  και θα σας αφηγηθώ δυο περιστατικά που μου έδειξαν αυτή την πλευρά του θέματος , με προβλημάτισαν και με έκαναν  να δικαιολογήσω τη στάση / αταξία του μαθητή και να ελέγξω τη δική  μου συμπεριφορά. Πώς  π.χ. να θυμώσω και να τιμωρήσω ένα 12χρονο μπόμπιρα που αμφισβητεί τη δικαιοκρισία μας και σχίζει το ενδεικτικό του μπροστά σε όλους  τους δασκάλους, όταν εμείς δεν του έχουμε  δώσει  επαρκή  και πειστικά τεκμήρια αυτής της δικαιοκρισίας και της αντικειμενικότητάς μας;  Και  πώς να τιμωρήσω ένα πλάσμα ταλαιπωρημένο οικογενειακά και κοινωνικά,  που με μια παράξενη συμπεριφορά, με μια αταξία  θέλησε  να βγει από την αφάνεια και να διαλαλήσει την ευτυχία που κάποτε γνώρισε;
      Ας έρθω όμως στα περιστατικά που  προανήγγειλα.
     Το πρώτο αναφέρεται σε μαθητή Γ΄ τάξης Γυμνασίου. Ώριμο παιδί, ώριμο και σε σωματική ανάπτυξη και σε μυαλό. Δεν τον χωρούσε η τάξη και φυσικά δεν τον  ικανοποιούσαν  τα φιλολογικά μου μαθήματα ως προς το περιεχόμενο και ίσως ως προς τον τρόπο παρουσίασης. Είχα την αίσθηση ότι βιαζόταν να ενηλικιωθεί, να βγει στη δράση, στην αγορά μαζί με τον πατέρα του και φαντάζομαι πως θα είχε και απόδοση, γιατί είχε βασικές αρετές: διάθεση για δουλειά,  ειλικρίνεια και ευθύτητα, αλλά και τρόπο να σε πείθει ή να σου «κλέβει» το ναι. Δε δίσταζε να πει  τη γνώμη του ακόμη κι αν ήταν αντίθετη  με τις απόψεις σου,  ή να διατυπώσει αρνητική κρίση,  αν έβλεπε ότι έκανες κάτι που δε συμφωνούσε με τα λόγια σου, αν διαπίστωνε ανακολουθία, ασυνέπεια στη συμπεριφορά σου.
Θυμάμαι σαν τώρα  την παρατήρησή του και τον ελαφρά ειρωνικό τόνο της φωνής του, όταν με είδε να φορώ ένα μαντήλι φαινομενικά ακριβό, επώνυμο:
Κυρία, μαντήλι Loy Ferau!…
Δεν περίμενε πολυτέλεια σε μένα, που η όλη  παρουσία μου και οι απόψεις μου δεν τη δικαιολογούσαν, και μου το είπε. Αισθάνθηκα την ανάγκη να απολογηθώ, να πω ότι τιμούσα ένα δώρο, που μου είχαν προσφέρει….
Αυτό το παιδί δεν το κρατάς εύκολα στη τάξη, αλλά και το σκασιαρχείο δεν του πάει. Η κουβεντούλα  στο τελευταίο θρανίο ήταν μια λύση, που όμως δεν μπορούσα να την επιτρέψω….αφού ενοχλούσε τους άλλους, και όλο του έκανα παρατήρηση.
Κάποτε τον είδα  με ένα   σουγιαδάκι νυχοκόπτη  να παλεύει με τα παπούτσια του και να μην  προσέχει στο μάθημα. Λίγο λίγο έκοβε τις σόλες ή τρυπούσε το δέρμα. Θύμωσα, όχι τόσο γιατί δεν πρόσεχε, όσο γιατί έκαμνε ζημιά στα παπούτσια του,  και στο διάλειμμα έμεινα στην τάξη, για να μιλήσω μαζί του. Στην υπόδειξή μου να σταματήσει αυτήν  τη δουλειά και να προσέχει άκουσα το αναπάντεχο:
            -    Κυρία, σας αγαπώ και γι’ αυτό το κάνω. Αν δεν κάνω αυτό, θα κάνω κάτι άλλο  που θα
                 ενοχλεί πιο πολύ κι εσάς και την τάξη και δεν το θέλω. Έχω ανάγκη κάτι να κάνω…
Ομολογώ πως δεν περίμενα μια τέτοια απάντηση. Τη σεβάστηκα, γιατί κι εκείνος, με τον τρόπο του, σεβάστηκε κι εμένα και τους συμμαθητές του  και  συμμερίστηκα  το δικαίωμα του    διακριτικά να μην    παρακολουθεί   κάτι που δεν τον ενδιέφερε.
   Τελικά εγώ τον ανέχτηκα   κι εκείνος σε λίγο το ξέχασε αυτό το παιχνίδι ή….. το άφησε, ικανοποιημένος από το ότι τον πρόσεξα, έδειξα κατανόηση   και αποδέχτηκα την  άποψή του…
     Το δεύτερο περιστατικό έχει σχέση με μαθήτρια της Γ΄ τάξης. Παιδί έξυπνο, λίγο παράξενο, κάποτε μοναχικό, δεν εκδηλωνόταν εύκολα.
Συνηθίζαμε στα πλαίσια των Μαθητικών Κοινοτήτων  μαθητές και υπεύθυνος καθηγητής να φροντίζουμε  για την καθαριότητα της αίθουσας και συχνά καθαρίζαμε τα θρανία και βάφαμε τους τοίχους. Ήταν μια δουλειά στην οποία συμμετείχαν όλοι  χωρίς καταναγκασμό και γινόταν πραγματικό παιχνίδι. Αυτό κάναμε   κάποιο απόγευμα και, αφού τελειώσαμε, κλείσαμε την αίθουσα και φύγαμε. Το επόμενο πρωί βρεθήκαμε μπροστά το εξής θέαμα: πάνω στους φρεσκοβαμμένους τοίχους είχαν γράψει πάρα πολλές φορές το όνομα ενός αγοριού.
    Ξαφνιάστηκα και οργίστηκα. Αναζήτησα το δράστη. Κανένας και καμιά στην τάξη  δεν απαντούσε, κανένας δεν ήξερε, αλλά και κανένας δεν έδειξε  να ξαφνιάζεται από αυτή την πράξη. Έμοιαζε  να υπάρχει μια μικρή συνομωσία  σιωπής για κάτι που ίσως το συγχωρούσαν, αλλά και δεν με ήθελαν  κοινωνό του μυστικού τους. Αυτό με εξόργισε περισσότερο, γιατί η σχέση μου με τα παιδιά ήταν καλή και ανάμεσά μας υπήρχε κλίμα ειλικρίνειας και δε δικαιολογούσα τη στάση τους απέναντι μου.  Δεν μπορούσα να κάνω τίποτε και τους μαστίγωσα με λόγο, που είχε στόχο να  θίξει, να τους δείξει ανεύθυνους και λιγότερο άξιους της δικής μου εμπιστοσύνης. Είδα πως τους στενοχώρησα και το χάρηκα……
    Όταν πέρασε  η ώρα και έδειξα να ηρεμώ, με πλησίασε το προεδρείο τη τάξης να μου πει ότι το ίδιο απόγευμα θα  ξανάβαφαν  την αίθουσα και όλα θα ήταν καλά. Κι εγώ, αντί να το δεχτώ και να θεωρήσω ότι η υπόθεση έληξε, επέμεινα  ενώπιον όλων να αποκαλύψουν το δράστη. Φαίνεται  πως  η πίεσή μου ήταν  τόση προς όλους, ώστε   εκείνη που   είχε γράψει σηκώθηκε και ομολόγησε. Καλύτερα να μην είχε γίνει…..ήταν τέτοια η κατάστασή της, συντριβή, οργή, ντροπή, απογοήτευση, δεν ξέρω τι ήταν.  Θυμάμαι το αναφιλητό της, το κλάμα της, τον τρόπο που σωριάστηκε στο θρανίο, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο την αγκάλιασαν οι συμμαθητές και συμμαθήτριές της κι ένιωσα μοναξιά, ντροπή, αλλά και θλίψη  αργότερα που έμαθα όλα όσα  ήξεραν τα παιδιά κι εγώ  τα αγνοούσα, για την οικογενειακή κατάσταση της κοπέλας, για τη μικρή ευτυχία που είχε νιώσει, για την προσπάθειά της να  εκφράσει μια συναισθηματική επιτυχία, που την έβγαζε από  τις δυσκολίες της προσωπικής της ζωής. Ήταν  ένα κορίτσι στη εφηβεία. Ίσως ζήλευε τις όμορφες συμμαθήτριές της που είχαν θαυμαστές ….κάποια στιγμή γνώρισε ένα αγόρι που την πρόσεξε. Μέθυσε από χαρά και την εκδήλωσε γράφοντας 100 φορές το όνομά του στους τοίχους….  Η   επιμονή μου  χάλασε μια ωραία στιγμή ενός παιδιού, αλλά και μου στέρησε τη δυνατότητα να   βοηθήσω. Ούτε συγγνώμη δεν μπορούσα να ζητήσω εκεί που είχα φέρει τα πράγματα.
    Οι συμμαθητές της ενήργησαν πιο σοφά από μένα, τη συγχώρησαν, την κάλυψαν κι ανέλαβαν αποκατάσταση της ζημιάς. Δεν ήταν δα και τόσο μεγάλο το παράπτωμα!.. Εγώ, αντίθετα,  επίμονα ήθελα τιμωρία, αλλά  με την αποκάλυψη πληρώθηκα: ένιωσα  ένοχη. Ενήργησα  υπό το κράτος της  οργής και δεν έδειξα την κατανόηση και την ανοχή που πρέπει να έχει ο μεγάλος, δε σκέφτηκα πως μια αταξία μπορεί  να είναι  έκφραση ψυχολογικής αναπλήρωσης. Δεν έλυσα  το θέμα με προσωρινή υποχώρηση και σιωπή, κι αργότερα με συζήτηση, αφού μάλιστα είδα  προσπάθεια από όλη την τάξη να λυθεί γρήγορα κι απλά ένα θέμα όχι τόσο σοβαρό.    Κακός σύμβουλος η οργή… και το ένιωσα με κόστος ψυχικό.  Είναι δύσκολο να αντικρίσεις μετά από τέτοιες καταστάσεις  τα μάτια των παιδιών που, χωρίς να μιλούν, σου  λένε:  Και τι κέρδισες;  Ήταν ανάγκη να επιμείνεις;….
    Τα περιστατικά που σας αφηγήθηκα μου αποκάλυψαν   πτυχές της μαθητικής αταξίας που δεν τις υποψιαζόμουν. Μου έμαθαν να δείχνω κατανόηση και να μη βιάζομαι στις αποφάσεις μου, να υποχωρώ κάποτε. Και δεν το μετάνιωσα.


     
                                Θεοδώρα Ζωγράφου - Βώρου

 κορυφή σελίδας