Μιλτιάδης  Αθανασίου Στρακαλής
Δήμαρχος Σιάτιστας (1951-1968)

Γράφει ο κ. Γεώργιος Μπόντας και επιμελείται η  κ.  Αικατερίνη Ζωγράφου

Στη  μνήμη του  το σύντομο αφιέρωμα που ακολουθεί και αναφέρεται στο πνευματικό του έργο , όπως εκφράστηκε με  δημοσιεύματά του, που εντόπισε η  έρευνα  του συνεργάτη του siatistanwes.gr κ. Γ. Μπόντα
1.Η Σιάτιστα  
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Ένωσις της 4-7-1954
2.Η Εύανδρος Σιάτιστα
Δημοσιεύτηκε στο Ημερολόγιο Δυτικής Μακεδονίας 1960 σελίδες 144-150
3.Η Μεγάλη Ιστορική Μάχη της Σιάτιστας 4/11/1912  Πανηγυρικός
Δημοσιεύτηκε  σε συνέχειες  στην εφημερίδα του Οικοτροφείου τουΤραμπάντζειου Γυμνασίου 
ΟΙ ΜΑΡΚΙΔΑΙ  με πρώτη συνέχεια στο φύλλο 10 της 15/11/1960.
4.Επιδημία Πανώλους εις Σιάτισταν
Δημοσιεύτηκε στο Ημερολόγιο Δυτικής Μακεδονίας 1961 σελίδες 104-107
5. 50 Έτη Ελευθερίας
   Βιβλίο που εκδόθηκε στην   Αθήνα το 1962
6.Εμπόριο και Βιομηχανία στη Σιάτιστα κατά τους Χρόνους της Τουρκοκρατίας
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό  Πειραϊκή - Πατραϊκή , τεύχος 11 του Οκτωβρίου του 1966 σελίδες 20-21
7.Εξέλιξις της Δημοτικής Αρχής εις την Σιάτισταν
Δημοσιεύτηκε στο Λεύκωμα του Συλλόγου Σιατιστέων Θεσσαλονίκης, Σιατιστεων Μνήμη
8.Αποχαιρετηστήρια έμμετρη ομιλία στο Μακαριστο Μητροπολίτη Ιάκωβο

Δημοσιεύτηκε στο βιβλίο του Μητροπολίτου Ιακώβου, Ο κόπος μου εις την Μακεδονίαν, Αθήνα 1959
 
Ακολουθεί το δημοσίευμά του Εμπόριο και Βιομηχανία στη Σιάτιστα κατά τους Χρόνους της Τουρκοκρατίας, όπως το βρήκαμε σε δακτυλογραφημένες σελίδες  στο αρχείο του κ. Γεωργίου Μπόντα:

ΕΜΠΟΡΙΟ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΣΤΗ ΣΙΑΤΙΣΤΑ
Κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας.

    Η Σιάτιστα αναφέρεται και με  το όνομα «Φλουροχώρι» για τον πλούτο των κατοίκων της, οι οποίοι τον απέκτησαν όχι από τη ευφορία του εδάφους της πατρίδος τους, αλλά από τις βιοτεχνίες τις οποίες ανέπτυξαν και τη μεγάλη αν όχι τεράστια εμπορική κίνηση την οποία δημιούργησαν. Έτσι η Σιάτιστα με το εμπόριο έγινε το κέντρο της εμπορικής  κίνησης του μεγαλύτερου μέρους της Μακεδονίας και Ηπείρου.
    Το Μοναστήρι και άλλες πόλεις της Μακεδονίας, σημαντικές και σήμερα, προμηθεύονταν εμπορεύματα από τη Σιάτιστα.
    Το έδαφός της ξηρό και άγονο  δεν ήταν δυνατό να θρέψει τις 3.000 οικογένειες που είχεν η Σιάτιστα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και πολύ περισσότερο να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για πλουτισμό τους.
    Έτσι οι κάτοικοι για την επιβίωσή τους αναγκάστηκαν να τραπούν στο εμπόριο και στη δημιουργία αποδοτικών βιοτεχνιών.  Από την ίδρυσή της  ο πληθυσμός της Σιάτιστας άρχισε να αυξάνει αλματωδώς και να αναπτύσσεται μεγάλη εμπορική κίνηση.
    Το σημαντικό δε είναι ότι κανένα προνόμιο ευνοϊκής μεταχειρίσεως ή μειώσεως φόρων δεν είχεν  επιτύχει από τους Σουλτάνους η Σιάτιστα, όπως έγινε με άλλες πόλεις  της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
    Το θάρρος όμως, η γενναιότητα, η νοημοσύνη, η φιλοπονία, η τιμιότητα των κατοίκων της συνετέλεσαν στην ηθική και υλική πρόοδο της πόλεως. Το άγονο έδαφος και η τραγική κατάσταση που επικρατούσε  από τον τουρκικό ζυγό ανάγκασε πολλούς από τους κατοίκους να μεταναστεύουν στο εξωτερικό Βενετία, Αυστρία, Ουγγαρία και αλλού, όπου ασχολήθηκαν κυρίως με το εμπόριο, ίδρυσαν εμπορικούς οίκους με έδρα  ή με αντιπροσώπους στη Σιάτιστα.
    Έτσι στις αρχές του 17ου αιώνα υπήρχαν 3 κατηγορίες εμπόρων. Σε κείνους που ήταν εγκατεστημένοι στο  εξωτερικό, σε κείνους που μετέβαιναν για ορισμένο χρονικό διάστημα στο εξωτερικό, σε κείνους που έφευγαν στο εξωτερικό μόνο για τις εμπορoπανηγύρεις.
    Από τις αρχές του 16ου μέχρι τα τέλη του  17ου αιώνα το κέντρο της εμπορικής κίνησης ήταν η Βιέννη, όπου ήταν και οι περισσότεροι εμπορικοί οίκοι της Σιάτιστας.
    Η παρακμή όμως της Βενετίας και η αύξηση των δασμών  απ’ αυτήν ανάγκασαν τους περισσοτέρους εμπόρους να εγκατασταθούν στην Αυστρία, Γερμανία, ώστε από το 1740 και μετά  οι 200 εμπορικοί  οίκοι της Σιάτιστας να εδρεύουν ή να συναλλάσσονται με τη Βιέννη ή τη Λειψία.
    Κατά τον αυτό χρόνο οι μεταναστεύσαντες στο Βελιγράδι, Βούδα, Πέστη, Βουκουρέστι σχημάτισαν πλούσιες ελληνικές Κοινότητες και δημιούργησαν εμπορικούς οίκους, οι οποίοι αύξησαν ακόμη περισσότερο την εμπορική κίνηση της Σιάτιστας, ώστε κατά τα τέλη του 18ου αιώνα η εμπορική κίνηση της Σιάτιστας  να βρίσκεται στη μεγαλύτερη αυτής ένταση.
    Αργότερα αρχικά εξαιτίας της Ελληνικής επαναστάσεως και κατόπιν της δημιουργίας νέων συνθηκών  από τα διάφορα κράτη διακινήσεως των εμπορευμάτων και της αναπτύξεως νέων εμπορικών κέντρων άρχισε η κάμψη του εμπορίου και η μείωση του αριθμού των εμπορικών οίκων, ώστε μετά την απελευθέρωση η κίνηση να μηδενισθεί.
    Τα εμπορεύματα από τις αποθήκες της Σιάτιστας μετέφεραν οι αγωγιάτες με ζώα (άλογα, μουλάρια) στους λιμένες εξαγωγής, Δυρράχιο Αυλώνα, και από εκεί στη Βιέννη ή Βουδαπέστη.
    Τα είδη που εξάγονταν από τη Σιάτιστα ήταν διάφορα, όπως κηρί, μαλλί, μετάξι, χαλιά, όσπρια, νήματα χρωματιστά των Αμπελακίων, υφάσματα αργαλειών, ξηροί καρποί, λάδι, ακατέργαστος βάμβακας, κρόκος , αμπάδες , δηλ. εγχώριο χονδρό μάλλινο ύφασμα, γουναρικά και άλλα.
    Για εξεύρεση  και συγκέντρωση των ειδών αυτών  ή χρησιμοποιούσαν μεσίτες στους τόπους παραγωγής ή εμπορεύονταν οι ίδιοι  ή αντιπρόσωποί τους σε διάφορες περιοχές της Μακεδονίας, Θεσσαλίας, Ηπείρου, ακόμη και στη Σερβία, Βουλγαρία, Ρουμανία και κατόπιν έστελναν καραβάνια από αγωγιάτες Σιατιστινούς για παραλαβή των εμπορευμάτων.
    Τα πανηγύρια  που γίνονταν στη Λάρισα, Ελασσόνα  , Σέρρες και Γιάννινα, διευκόλυναν πάρα πολύ τη συγκέντρωση  των εμπορευμάτων.
    Από το εξωτερικό μεταφέρονταν τσόχα, βελούδο, υφάσματα βαμβακερά, σιρίτια (για τις  ανδρικές ενδυμασίες) γαϊτάνια χρυσά (για γυναικείες ενδυμασίες) γυάλινα  σκεύη, είδη πορσελάνης, φάρμακα, άχνη υδραργύρου (σουλιμάς) ζάχαρη, λουλάκι, καθρέπτες, κοσμήματα και άλλα.
Ως νομίσματα  στις συναλλαγές χρησίμευαν τα τσεκίνια, τα δουκάτα, τα βενετίκια, τα ρεάλια, τα φιορίνια, οι κορώνες, λίρες Τουρκίας κλπ.

    Για διευκόλυνση των εμπορευμάτων από τους Σιατιστινούς, εξεδόθησαν βιβλία ειδικά  με σχετικές οδηγίες για την μετατροπή των πολλών  και διαφόρων νομισμάτων με τα οποία συναλλάσσονταν  όσο και για την μετατροπή των μέτρων και σταθμών στους τόπους αγοράς και καταναλώσεως.
    Η γλώσσα της εμπορικής αλληλογραφίας ήταν Ελληνική με παρέμβαση και μερικών ξένων όρων.
    Παράλληλα με το εμπόριο αναπτύχθηκαν στη Σιάτιστα  κυρίως 2  βιοτεχνίες αρχικά μεν για εξυπηρέτηση των τοπικών αναγκών του εμπορίου, αργότερα δε  για εξαγωγή  και κάλυψη των αναγκών του εμπορίου.
     Οι βιοτεχνίες αυτές ήταν η γουνοποιία και η βυρσοδεψία. Εκτός αυτών και άλλες βιοτεχνίες δημιουργήθηκαν, αλλά αυτές, ως η υποδηματοποιία, η χαλκουργία κ.λ.π.,  κάλυπταν μόνο τις τοπικές ανάγκες.
    Ιδιαίτεροι χώροι χρησιμοποιήθηκαν μόνο για τα βυρσοδεψία. Τα εργαστήρια γουναρικής στεγάζονταν  στα σπίτια ή στους έξω βοηθητικούς χώρους του σπιτιού και ασχολούταν σημαντικός  αριθμός εργατών.
Καίτοι στην Ελλάδα τόσο η ανδρική ενδυμασία, όσο και η γυναικεία είχεν ως απαραίτητο συμπλήρωμα τη γούνα, η τοπική κατανάλωση μικρό  μέρος της παραγωγής απορροφούσε.
Το μεγαλύτερο μέρος εξάγονταν κυρίως στη Γερμανία και Ουγγαρία. Τα κατασκευαζόμενα γουναρικά από του 16ου μέχρι του 18ου αιώνα κάλυπταν τις ανάγκες της εποχής και της μόδας που επικρατούσε τότε.
Η πρώτη ύλη προέρχονταν από την Ελλάδα (αρνιά, αλεπούδες) ή από το εξωτερικό. Αργότερα άρχισαν να κατασκευάζονται γουναρικά περίπου όπως τα σημερινά, η δε προμήθεια της πρώτης ύλης γίνονταν από τη Λειψία.
Το εμπόριο της  γούνας παρουσιάζει  πάντοτε υφέσεις και εξάρσεις. Σημαντική κάμψη  καταναλώσεως σημειώθηκε  κυρίως κατά τα τέλη του 18ου  και τέλη του 19ου αιώνα
Η βυρσοδεψία πλήγηκε καίρια με την πτώση της εμπορικής κίνησης μετά δε την απελευθέρωση, μέσα σε μία δεκαετία εξαφανίστηκε, ενώ η Γουνοποιία, αφού πέρασε μια περίοδο κάμψεως, βαθμιαία ξαναβρίσκει τη πρώτη της ακμή.
Η άνθιση του εμπορίου και των βιοτεχνιών στη Σιάτιστα συνετέλεσε στην πρόοδο της πόλεως, ώστε Γάλλος περιηγητής Pouqueville, που επισκέφθηκε τη Σιάτιστα το 1806 γράφει: « Η έκπληξή μου ήταν μεγάλη να αντικρίσω σπίτια καλοκτισμένα, να χαρώ το θέαμα  μιας τέλειας ελληνικής Πόλης που είχε έναν αέρα άνεσης και καθαριότητος που δεν το βρίσκει κανείς πουθενά στην Τουρκία….»και προσθέτει: «ο εξαίρετος αυτός πληθυσμός είναι παράδειγμα Ένωσης που μπορεί κανείς να προβάλει στους Χριστιανούς της Ανατολής».
            Μιλτιάδης Αθαν. Στρακαλής
Δήμαρχος Σιάτιστας

 Περιοδικό ΠΕΙΡΑΙΚΗ – ΠΑΤΡΑΪΚΗ
Οκτώβριος 1966, σελ. 20-21
 

επιστροφή